Η επίσημη ονομασία του είναι sirinus canaria domesticus ενώ το άγριο καναρίνι ονομάζεται serinus canaria canaria
To Αγριοκαναρίνι (Serinus canaria) είναι ένα μικρό στρουθιόμορφο ωδικό πουλί με μήκος σώματος περίπου 12,5 έως 13,5 εκατοστά, το βάρος του σώματός του είναι περίπου 15 έως 25 γραμμάρια. Οπως και στα άλλα είδη του γένους έχει σφαιροειδές σχήμα με κοντό λαιμό και λεπτά πόδια, χαρακτηριστικό στρογγυλό κεφάλι, κοντό και κωνικό ράμφος και λαδοκίτρινο χρώμα στους γλουτούς.
Το πάνω μέρος του κεφαλιού, η πλάτη και τα πλευρά είναι λαδογκρί με σκουρόγκριζες ρίγες. Οι φτερούγες είναι γκριζόμαυρες με ανοιχτό κίτρινο τα δευτερεύοντα και το κάτω μέρος του ουροπύγιου λευκό.[1]
Ο σειρίνος είναι ένα πουλί που συγγενεύει με το γνωστό μας σπίνο, γιαυτό και η οικογένεια που ανήκει ονομάζεται “Φρινγκιλίδες” (fringillidae), επίσης μπορεί να διασταυρωθεί μαζί του.[2]
Αυτή την περιγραφή την βρήκαμε στα βιβλία ή στις εγκυκλοπαίδειες, γιατί όποιος θελήσει να συναντήσει από κοντά ένα άγριο καναρίνι θα πρέπει να επισκεφθεί τα Κανάρια Νησιά, τη Μαδέρα, τις Αζόρες ή το πράσινο ακρωτήρι. “Υπάρχουν όμως αναφορές ότι και στην ανατολική μεσόγειο ζούσε ένα άλλο είδος άγριου καναρινιού, από το οποίο μερικοί υποστηρίζουν ότι βρίσκονται οι ρίζες του οικόσιτου καναρινιού”.[3]
Θα ξεχωρίσει κανείς στην άγρια φύση (όχι στα σημερινά κλουβιά) εύκολα το αρσενικό από το θηλυκό καναρίνι. Το αρσενικό έχει πιο έντονο λαδοκίτρινο χρωματισμό στο κεφάλι, το λαιμό, στο στήθος και στην κοιλιά. Το θηλυκό είναι γκρίζο στο κεφάλι, το λαιμό και το πάνω μέρος του στήθους. Στο στήθος έχει ανοιχτότερες ρίγες. Η ίριδα του ματιού είναι γκριζόμαυρη, το ράμφος και τα πόδια ανοιχτό ροζέ.
Στην πατρίδα τους τα πουλιά αυτά επιλέγουν για τη διαμονή τους ανοιχτούς χώρους με συστάδες δένδρων και θάμνων ή αραιόφυτες πλαγιές. Πετούν σε κοπάδια (σμήνη) αναζητώντας την τροφή τους ανάμεσα σε διάφορα αγριόχορτα ή άλλα μικρά φυτά.
Είναι μη αποδημητικό είδος και ζει σε αγέλη κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Εκτός της περιόδου αναπαραγωγής, που τείνει να αφήνει τις δασικές περιοχές. [4]
Τα καναρίνια στην φύση αποφεύγουν τα σκοτεινά δάση , επιλέγουν περιοχές με αραιή βλάστηση , ξέφωτα και σημεία όπου η πρόσβαση στο νερό θα είναι εύκολη. Κάθε πρωινό στην πατρίδα του καναρινιού μελοποιείτε από το κελάηδισμα των αρσενικών τα οποία καλωσορίζουν την μέρα. Τα καναρίνια κάθε πρωί σε μικρές ομάδες , κατευθύνονται στους νερόλακκους ή σε ρυάκια, όπου εκεί πίνουν νερό, κάνουν μπάνιο και τρέφονται με τρυφερούς βλαστούς. Έπειτα όλα μαζί θα κατευθυνθούν σε θαμνώδης περιοχές για να τραφούν. Κάθε χειμώνα τα καναρίνια κατευθύνονται σε χαμηλά υψόμετρα και συναντώνται αρκετά σε κήπους και αυλές , ενώ κάθε καλοκαίρι ανεβαίνουν σε πιο δροσερές περιοχές.[5]
Γιατί όμως ανέπτυξε τόσο υπέροχο και δυνατό κελάηδημα αυτό το πουλί; “Αυτή η φωνητική δεξιότητα, κατά πολλούς οφείλεται στις μάλλον μοναδικές, ιδανικές καιρικές συνθήκες που επικρατούν στις Κανάριες νήσους, σύμφωνα με τις οποίες, οι ισχυροί άνεμοι είχαν οδηγήσει τα ωδικά πουλιά, στο να αναπτύξουν μια εξαιρετικά ισχυρή φωνή. Όπως οι αρχαίοι Έλληνες, που εξασκούσαν την φωνή τους φωνάζοντας κάτω από τη θάλασσα με χαλίκια στο στόμα, προκειμένου να γίνουν ρήτορες, έτσι και το καναρίνι, έχει αναπτύξει την εξαιρετική του φωνή υπό αντίξοες συνθήκες, προκειμένου να προσελκύσει μια σύντροφο, υπερισχύοντας των ανταγωνιστών του”.[6]
Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να ακούσετε κελάηδημα από άγριο καναρίνι:
www.youtube.com/watch?v=ZRYzpdC9kPw&t=40s
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΓΡΙΩΝ ΚΑΝΑΡΙΝΙΩΝ
Στη φύση τα καναρίνια χτίζουν τις φωλιές τους συνήθως σε διχάλες δέντρων ή σε θάμνους από τρία μέτρα ύψος από το έδαφος και πάνω. “Η εποχή του ζευγαρώματος αρχίζει στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου. Αυτή την περίοδο τα θηλυκά χτίζουν τις φωλιές τους από μαλακά υλικά σε ύψος 2-3 μέτρων πάνω σε κλαδιά δέντρων και θάμνων. Αυτή την εποχή το κελάηδισμα των αρσενικών γίνεται πιο έντονο με απώτερο σκοπό να προσελκύσουν το ταίρι τους για να ζευγαρώσουν. Μετά το ζευγάρωμα το θηλυκό μπορεί να γεννήσει μέχρι πέντε (5) αυγά τα οποία επωάζει για 14 ημέρες. Κατά τη διάρκεια της επώασης, το αρσενικό αναλαμβάνει το τάισμα του θηλυκού, ενώ όταν βγουν τα μικρά, το τάισμα και τη φροντίδα αναλαμβάνουν και οι δύο γονείς”.[1]
Την εποχή του ζευγαρώματος τη ζουν τα καναρίνια τόσο έντονα, ώστε ο δόκτωρ Γεωπονικών επιστημών Εμμανουήλ Ανάσης περιγράφει : Κατά την εποχή που ερωτεύεται, τραγουδά με τόσο πάθος και προθυμία, τόση ένταση, ώστε κάποτε να σπάζουν τα αιμοφόρα αγγεία των πνευμόνων του και να πεθαίνει από συγκοπή.